Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

διαπερατό ή διάτρητο έντερο

         
leaky gut

         

Ερμηνεία:

Έντερο με αυξημένη διαπερατότητα. Βλέπε σύνδρομο διαπερατού ή διάτρητου εντέρου.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

leaky Gut As a Danger Signal for Autoimmune Diseases. Mu Q, Kirby J, Reilly CM, Luo XM.Front Immunol. 2017 May 23;8:598. 

Leaky Gut and Gut-Liver Axis in Liver Cirrhosis: Clinical Studies Update. Fukui H.Gut Liver. 2021 Sep 15;15(5):666-676. 

Retinoic Acid, Leaky Gut, and Autoimmune Diseases. Abdelhamid L, Luo XM.Nutrients. 2018 Aug 3;10(8):1016.

 



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Γαστρεντερολογία: